102 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ ΤΗΣ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑΣ
ΠΕΜΠΤΗ 23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2014
Χαράματα στην παγωμένη Γουμένισσα. Ο τραχύς μακεδονικός αέρας με την παγωμένη του πνοή, λυσσομανά διττό μήνυμα. Η λευτεριά πλησιάζει. Η μισητή κόκκινη ημισέληνος και η αποκρουστική, χρόνια, καταπιεστική βουλγαρική επιβουλή, θα αποτιναχθούν με βδελυγμία από το αγνό σώμα της ματωμένης πια μακεδονικής γης. Κόστισε πολλά χρόνια και σπαταλήθηκαν πολλές ζωές στον ιερό στόχο. Αμέτρητα τα δηλητηριώδη βέλη στο ανέμελο σώμα της εύφορης πεδιάδας.
Μια λεύτερη ανάσα μόνο. Αυτό αποτυπωνόταν στην τελευταία ματιά του εσμού των ηρώων, όταν ξεψυχούσαν αγωνιωδώς στις βελανιδιές της πατρώας γης. Από τον ατυχή και εξευτελιστικό πόλεμο του 1897 εναντίον της Τουρκίας, μόνο μια ελπίδα απέμενε στους ακραιφνείς Έλληνες πατριώτες, στα λιγοστά και σπιθαμιαία γεωγραφικά τότε ελληνικά διαμερίσματα. Ο επόμενος, νικηφόρος αυτή τη φορά, αγώνας, για την αποκομμένη από τον εθνικό κορμό αδελφή τους, την κεφαλή και επικυρίαρχο του μέλλοντος ελληνικού κράτους. Την πλούσια, ευγενή και γεμάτη μυριάδες αρχαιολογικά δείγματα της ελληνικότητάς της, Μακεδονία.
Ξερνάει η μακεδονική μας γη Αμφιπόλεις. Σε καιρούς κρίσης, σαν από θαύμα, λες και θέλει να μας επαναφέρει στον ορθό δρόμο, αποκαλύπτει τα μυστικά της. Ξευτελίζει τους επιβουλείς της ταυτότητάς μας. Αυτοί τα κέρινα ομοιώματα, εμείς την ιστορία. Όπως και τότε, η θρασύτητα αντιμέτωπη με τον πολιτισμό.
Οι αφορμές δεν άργησαν να δοθούν. Οι Μεγάλες Δυνάμεις διαγκωνίζονται ποια θα πρωτοπρολάβει να κατασπαράξει όσο γίνεται περισσότερα εδάφη από τον Μεγάλο Ασθενή. Οι δολοπλοκίες τους, για καλή μας τύχη αυτή τη φορά, μας επιτρέπουν να αναπτύξουμε το δίκτυο που συνετέλεσε στον, απίστευτου ηρωισμού, Μακεδονικό Αγώνα από το 1904 μέχρι το 1908. Το αέναο τραγούδι του αετού της Μακεδονίας, του άσπιλου Παύλου Μελά, δεν ήταν μοιρολόι. Διαδόθηκε με ταχύτητα σφαίρας στο λαό, που αδημονούσε για τη λευτεριά, και συντρόφεψε όλους τους κατοπινούς οργανωτές και αγωνιστές της εθνικής υπόθεσης, αφύπνισε την οκνηρή μάζα από τη νιρβάνα της ραστώνης της και υπενθύμισε βλοσυρά τις υποχρεώσεις του Έθνους έναντι των περιοχών ακόμη υπό κατοχή.
Στη Γουμένισσα, συμβαίνουν τα ίδια όπως και στις άλλες αγωνιζόμενες, μαρτυρικές μακεδονικές πόλεις και χωριά. Πράκτορες Πρώτου, Δευτέρου και Τρίτου βαθμού, αρχηγοί, προύχοντες, αγωνιστές, προδοσίες, τραυματισμοί, απειλές, εξευτελισμοί, θάνατοι. Εν μέσω αυτών, ο ευεργέτης Θάνος Ζελέγκος και άλλοι πατριώτες ανεγείρουν το ιστορικό Διδακτήριο, ως αντιστάθμισμα της βουλγαρικής λαίλαπας. Η αρχιτεκτονική και εκπαιδευτική του μεγαλοπρέπεια χλευάζει την ξενοκίνητη προπαγάνδα. Υψώνει αγέρωχα το ανάστημά του στο απέναντι βουλγάρικο σχολείο, το οποίο με τον τρόπο του δελέαζε τους σκλαβωμένους και χαρατσωμένους Έλληνες προσφέροντας πρακτικά πλεονεκτήματα. Σαν επανάληψη της ιστορικής ξεδιαντροπιάς οι τωρινοί Μήδοι επανακάμπτουν δριμύτεροι. Τα ανταλλάγματα που ζητούν βαριά : Ελλάδα για λίγο γάλα, Εθνική Αξιοπρέπεια για λίγο ψωμί, εξαρχία για το Σταυρό μας και το εκκλησάκι της Παναγιάς, στο οποίο σήμερα πανηγυρίζουμε και διατρανώνουμε την προσμένουσα ημέρα της λευτεριάς από τους διπλούς καταστροφικούς ζυγούς. Ο δίδυμος αδερφός του, ο υπό αναστήλωση και εκπληκτική αποκατάσταση και ανάδειξη, Μητροπολιτικός σήμερα Ναός του Αγίου Γεωργίου, σε αγαστή συμμαχία, συμπαραστέκεται και συναγωνίζεται για την ανακούφιση, πνευματική, ηθική και θρησκευτική του λαού της πόλης. Η Ορθοδοξία με την Εκπαίδευση, Θεοδοσιανό τείχος στη βουλγάρικη προπαγάνδα και επιθετικότητα.
Στην Μακεδονία, ο Γερμανός Καραβαγγέλης ηγετεύει του ποιμνίου του με αποφασιστικότητα και παληκαριά ανοίγοντας τις κλειστές εκκλησιές και λειτουργώντας κρατώντας στο ένα χέρι το μάνλιχερ και στο άλλο το ευαγγέλιο, ο Ίων Δραγούμης εξαπολύει τους διπλωματικούς και κατασκοπευτικούς του σχεδιασμούς από το Μοναστήρι. Ο Λάμπρος Κορομηλάς εδρεύει στην πόλη της επιγόνου των Τημενιδών, από όπου οργανώνει και εκτελεί τις υψηλές υπηρεσίες του. Δημιουργείται το Μακεδονικό Κομιτάτο στην Αθήνα και καταφθάνουν να θυμιάσουν τα κόκαλά τους στο χώμα μας οι Κρήτες Εθελοντές. Πρώτος νεκρός του Αγώνα ο κρητικός οπλαρχηγός Γιώργος Σεϊμένης στο Λέχοβο, κατακρεουργούμενος από τους κομιτατζήδες, αν και καθηλωμένος στο κρεβάτι. Ακόμα και μισούς, τους τρέμουν οι θρασύδειλοι διεκδικητές της περήφανης μακεδονικής ιστορίας.
Αν ήταν Μακεδόνες θα ’ταν λεβέντες, όχι σφαγείς με ένστικτα ύαινας και καρδιά πουλερικών. Θα ’ταν Θόδωρος Ασκητής, διερμηνέας του ελληνικού προξενείου στη Θεσσαλονίκη, Μιχαήλ Δημάδης, διευθυντής σχολείων της Γουμένισσας, Δημήτριος Κάκαβος, ο ονομαστός καπετάν Ζώης, Γκόνος Δογιάμας, ο καπετάν Γκόνος ντόπιος οπλαρχηγός, Γρηγόριος Γιαννάκος, ο φημισμένος Καράμπελας, Χρίστος Καραπάνος, επιλοχίας πεζικού του ελληνικού στρατού και οπλαρχηγός, Μιχαήλ Μωραΐτης, ο αείμνηστος καπετάν Κόδρος, Αναστάσιος Παπούλας, υπολοχαγός του ελληνικού στρατού και οργανωτής του Αγώνα, Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, αξιωματικός στους βαλκανικούς πολέμους, Ευάγγελος Πεχλιβάνης, Ιωάννης Παπαθανασίου, Χρήστος Διδασκάλου, Δημήτριος Σλιουπκίδης, Ιωάννης Οικονόμου, Ιωάννης Άλλιος, δάσκαλοι και αγωνιστές, Αθανάσιος Πίψος, άνανδρα δολοφονηθέντας, Αθανάσιος Σλαμπάκης, άνανδρα δολοφονηθέντας, Γρηγόριος Λαδακάκος, δάσκαλος και δεξί χέρι του Άγγελου Σακελλαρίου, του γιατρού μας. Του ανθρώπου, που υπήρξε η ψυχή και η σάρκα του Αγώνα στη Γουμένισσα και ατένισε την λευτεριά της από τον κήπο της Παναγιάς, όπου τον κατευόδωσαν οι δολοφονικές σφαίρες των σφετεριστών του άλικου χώματος της γης που υπηρέτησε. Θα ’ταν όλοι αυτοί. Άνδρες, όχι φίδια.
Θα ’ταν τέλος, Ιωάννης Πίτσουλας, ο άβγαλτος νεαρός δάσκαλος από τη Ναυπακτιώτικη γη, που αναστέναξε για τελευταία φορά στο σκληρό κλαδί του πλάτανου στην είσοδο της πόλης, σαν για να θυμίζει την μαρτυρικότητα και το αίμα που χύθηκε για την λευτεριά της. Δεν ήταν η περιοδεία που προσδοκούσε, πάνω στο κάρο των σφαγέων του, όταν ξεκινούσε με άδολη, γεμάτη πατριωτισμό καρδιά από γαλανόλευκο Ελλάδας, ανάμικτο με καταπράσινο άρωμα Γουμενισσιώτικης γης. Δεν ήταν η λέξη λευτεριά που ξεφύσηξε άπνοα, η τελευταία που θα ήθελε να συλλαβίσει στο καταγάλανο περιβόλι της Παναγιάς, όταν Εκείνη ετοιμαζόταν να εισέλθει στο Ναό και εκείνος ετοιμαζόταν να διαβεί τις πύλες των άφθαρτων στους αιώνες. 21 του Νοέμβρη το 1904, ένα μήνα μετά τη διέλευση στην αιωνιότητα του άλλου αμάραντου ανθού της Ελλάδας, από τον οποίο εμπνεύστηκε ο ήρωας δάσκαλος και η Ελλάδα ολόκληρη, του Παύλου Μελά.
Η ματωμένη κόκκινη σπορά, απέδωσε εύρωστα και ακμαία δείγματα, αντάξια της συνέχειας της φυλής. Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Πρώτος και Δεύτερος, 1912-13, αποτέλεσαν τον κολοφώνα της δόξας για την αδούλωτη ελληνική ψυχή, η οποία έφερε βαρέως την ήττα του 1897 και αδημονούσε να αναζητήσει την αμοιβή του δαφνοστεφανώματος, ακόμα κι αν αναγκαζόταν να φέρνει βόλτες στα μονοπάτια της αθανασίας. Η σαρωτική επέλαση αφήνει πίσω της ακατάρριπτα ρεκόρ: 448 χιλιόμετρα σε 34 μέρες, μόνο νίκες, 35.000 αιχμάλωτοι, λάφυρα 70.000 τουφέκια, εκατό τηλεβόλα. Ελασσόνα, Σαραντάπορος, Γιάννενα, Κιλκίς, Λαχανάς, Γιαννιτσά. Τόσο κοντά μας.
Η επική μάχη του Βάλτου των Γιαννιτσών αποτέλεσε παρακαταθήκη για τους ορμητικούς Έλληνες στρατιώτες. Με τη σάρισα της ψυχής τους άλωσαν κάθε όρυγμα, κάθε ανάχωμα, κάθε πιθανό και απίθανο σημείο του εχθρού. Στα σκοτεινά, βρώμικα νερά του βάλτου, οι άδολοι ελευθερωτές έπλασαν το πέπλο της λευτεριάς. Μετέτρεψαν το σκότος σε λευκή ύφανση και τα σαπισμένα νερά του σε αγιασμό της Άγιας Τράπεζας. Με τις πλάβες τους έπνιξαν το μεγαλοϊδεατισμό των σφετεριστών. Κι έτσι τραγουδώντας, σαν σε άλλα Παναθήναια, πορεύτηκαν στον ανήφορο του Γολγοθά τους με συνοδεία το Χριστό και με τις θέσεις δίπλα Του εξασφαλισμένες.
Η ανυπομονησία κυριαρχούσε στις καρδιές των Γουμενισσιωτών και έκαιγε τις ψυχές τους. Επιτέλους, το όνειρο δεκαετιών βρισκόταν κοντά στην εκπλήρωσή του. Όμως ταυτόχρονα, αναπτύχθηκαν συναισθήματα φόβου και πανικού συντελώντας στην αβεβαιότητα της απελευθέρωσης. Ο ελληνικός στρατός είχε στρατοπεδεύσει στα Γιαννιτσά και δεν φαινόταν να έχει πρόθεση να μετακινηθεί. Οι πληροφορίες για βουλγαρικά τμήματα που πλησίαζαν ήταν σαφείς και ακριβείς. Ήταν γνώστες της συμφωνίας των συμμάχων Ελλήνων, Βουλγάρων, Σέρβων και Μαυροβουνίων εναντίον των Τούρκων. Όποιος προλάβαινε, έπαιρνε. Όποιο στρατιωτικό τμήμα καταλάμβανε μια πόλη, ήταν και πιο πιθανό να την συμπεριλάβει στα εδάφη του κράτους του. Αυτό συγκλόνισε τους κατοίκους της πόλης. Ετοίμασαν αντιπροσωπεία πολιτών, πήραν μαζί τους δώρα, τρόφιμα και άλλα αναγκαία για να ανακουφίσουν τους στρατιώτες και έτρεξαν να παρακαλέσουν τον ελληνικό στρατό να τρέξει να προλάβει. Άλλωστε, στρατηγικά, ήταν χρήσιμη η πόλη της Γουμένισσας και η γύρω περιοχή, καθώς έπρεπε να προστατευτεί η γέφυρα της Αξιούπολης, ώστε να επιχειρήσει κυκλωτική κίνηση προς Θεσσαλονίκη ο ελληνικός στρατός, σύμφωνα και με τις επιταγές του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Χαράματα, μιας κρύας μέρας του Οκτώβρη, σαν σήμερα, ξημέρωσε καλοκαίρι κι άνοιξη μαζί. Λευκά περιστέρια σκίρτησαν στην καρδιά των Ελλήνων της Γουμένισσας και δάκρυα ανείπωτης χαράς έσμιξαν με τα καθάρια νερά της στην πλατεία 23ης Οκτωβρίου, στην πλατεία Απελευθέρωσης.
Κι αν είμαστε θύμα της πολιτικοφιλοσοφικής θεώρησης του καλλικρατικού σχεδιασμού, στριμωγμένοι στην δικαιολογία της ιστορικής μας γωνιάς∙
κι αν είμαστε στην πόλη, όπου καταρρέει η ιστορία γύρω μας αντάμα με τα παλαιά, ιστορικά κτήρια από αδιαφορία και ασυνειδησία, αν και ιστορική πρωτεύουσα του Δήμου Παιονίας∙
κι αν είμαστε πολίτες φαντάσματα σε μια πόλη που οδεύει ολοταχώς στην ερημοποίηση με άνεργους νέους και φίλους που μεταναστεύουν∙
κι αν περιμένουμε ακόμη τα εγκαίνια μιας γέφυρας, μετά από εκατό χρόνια, όταν προσπάθησε ακόμη και ο ελληνικός στρατός με τα ελάχιστα και πενιχρά μέσα της εποχής∙
κι αν μπλεχτήκαμε στον κυκεώνα της άγριας εποχής μας που μετράει τα πάντα με υλική και χρηματική αποτίμηση, διασύρει συνειδήσεις, ισοπεδώνει αξιοπρέπεια, διαπλέκει και διαφθείρει∙
στο όνομα των παιδιών μας, των μαθητών μας και των νέων μας που προσδοκούν να χτίσουν μια καλύτερη πατρίδα∙
δεν έχουμε το δικαίωμα στις ψυχές των ασωμάτων, που μας ατενίζουν με συμπόνια από το ψήλωμα της Παναγιάς, να μην βροντοφωνάξουμε:
Ζήτω η Απελευθέρωση της Γουμένισσας, Ζήτω η Απελευθέρωση της Παιονίας Ζήτω η Μακεδονία, Ζήτω η Ελλάδα.
Χρήστος Σαμαράς, Δάσκαλος
Συγχαρητήρια αγαπητέ Χρήστο. Συγκινήθηκα ιδιαίτερα κατά την εκφώνηση του πανηγυρικού στη δοξολογία. Αφιερωμένο σε όσους-δυστυχώς-ακόμη παραμένουν εξαρχικοί στην ψυχή.