Αρχική Chat Blog Επικοινωνία
 

Γεώργιος Αθάνας

Ήδη γνωρίσαμε πως ο Γεώργιος Μόδης ανάφερε τον απαγχονισμένο από τους κομιτατζήδες δάσκαλο Ιωάννη Πίτσουλα. Ο Ιωάννης Δραγούμης τή χρονιά του μαρτυρίου του ήρωα εκπαιδευτικού επισκέφθηκε την κωμόπολη μας. Αργότερα, αρκετά χρόνια μετά, μέσα στη δίνη του Α Παγκοσμίου Πολέμου παιδάκι ζει στη Γουμένισσα ο Γεώργιος Βαφόπουλος όπου τα ίδια χρόνια σαν στρατιώτης υπηρετεί τη θητεία του ένας άλλος ποιητής, ο Γεώργιος Αθάνας. Μαθαίνοντας την ιστορία του τόπου θα γράψει για το χαμένο δάσκαλο:

          Το πλατάνι, που σε βρήκαν κρεμασμένο
          με αναρίθμητες στα στήθη σου πληγές,
          γιγαντώθηκε και με άνθη στολισμένο
          τ' αντικρίζουν οι ζηλιάρες μας ψυχές.

          Εγονάτισα στης ρίζας του το χώμα
          κι' όσα ερχόσουνα να ειπής σ' αυτή τη γη,
          Τάχω νοιώσει!, κι' αν δεν πρόφτασε το στόμα
          τα ρητόρεψε τον τάφον σον η σιγή!

          Χρόνια πέρασαν ο σπόρος της ιδέας
          να μας δώσει τους μεγάλους τον καρπούς.
          Μα τα πρώτα εδώ ξεδίπλα της Σημαίας
          στους δικούς σου αποκρυνότανε σπασμούς!

Ο ίδιος σαν Αντιπρόεδρος Κυβερνήσεως είχε την τύχη στις 19 Ιουνίου 1966, ημέρα κατά την οποία ο Γεώργιος Μόδης εκφώνησε το λόγο για τον οποίο μιλήσαμε, να αποκαλύψει την προτομή του συμπατριώτη του Επαχτίτη Δάσκαλου, στο προαύλιο του παλαιού και ιστορικού κτιρίου του Α Δημοτικού Σχολείου Γουμένισσας, στις αίθουσες του οποίου έμαθε γράμματα έστω για λίγο καιρό ο Γ. Βαφόπουλος.

Ο Γεώργιος Αθάνας, φιλολογικό ψευδώνυμο του Γεωργίου Αθανασιάδη Νόβα, είναι ο γνωστός λογοτέχνης, ακαδημαϊκός και πολιτικός. Γεννήθηκε στη Ναύπακτο το 1893 και χαρακτηρίσθηκε «άξιος συνεχιστής, της νεοελληνικής λογοτεχνικής παράδοσης, του οποίου η αφηγηματική τέχνη αποπνέει ένα άρωμα φινέτσας και ευγένειας». Πέρα από την πολιτική του σταδιοδρομία και τα κατά καιρούς πολιτικά του απολιθώματα, διετέλεσε και πρωθυπουργός, εξέδωσε και τις ποιητικές του συλλογές: «Πρωινό ξεκίνημα», «Αγάπη στον Έπαχτο», «Καιρός πολέμου», «Δροσεροί καημοί», «Τραγούδια του βουνού», «Απλοϊκές ψυχές» και πολλά άλλα.
Απ' όλες αυτές τις ποιητικές συλλογές θα σταθούμε σ' εκείνη που έχει τον τίτλο «Καιρός πολέμου» που είναι αφιερωμένη στη μητέρα του. Είναι ποιήματα που γράφτηκαν το 1918 - 1919, όταν ο ποιητής ήταν στρατιώτης και υπηρετούσε στη Γουμένισσα. Με πολλά από τα ποιήματα αυτά πήρε μέρος στο Φιλαδέλφειο ποιητικό διαγωνισμό απ' όπου απέσπασε πρώτο βραβείο. Σημειώνει στον πρόλογο του βιβλίου του:
«Όταν, καθώς καθόμαστε στο προσηλιακό της κοιλάδας η στο παραγώνι κάποιας χαμουέλας, διάβαζα κάποτε μερικά από αυτά στους συναδέλφους μου, θυμάμαι, πόσο βαθιά ένοιωθα ότι οι στίχοι αυτοί εκφράζουν, άτεχνα ίσως, πιστά όμως, τον πόνο τους, τα αισθήματα τους, τις ιδέες τους όπως τ' ανατάραζε και τις ξεσήκωνε ο μεγάλος πόλεμος...
Δεν είχε παρά το στιχουργημένο ημερολόγιο των αισθηματικών και πνευματικών συγκινήσεων, που πέρασα, στρατιώτης του ευρωπαϊκού πολέμου, στη Μακεδονία:..».
«Ψυχή στον πόλεμο», «Ποδιά της μάνας», «Στον τάφο ενός Γάλλου», «Ανακωχή», «Η απάντηση· της αγράμματης», «Γιορντάνα» και πολλά άλλα ποιήματα αποτελούν την ποιητική συλλογή μέσα στην οποία καθαρά φαίνονται εικόνες γνώριμες της περιοχής μας, οι οποίες και σήμερα ακόμη υπάρχουν. Να και ένα τετράστιχο του ποιητή για τη Γουμένισσα:

        Λένε πως έφαγες κορμιά λένε πως έπιες αίμα
        Μα όποιος περάσει και σε ιδη θα ειπή πως είναι ψέμα.
        Σπιτάκια, λεύκες, κυκλαμιές - κι ο ήλιος ανατέλλει..
        Σαν ταπεινός αμπελουργός μεσ' από κάποιο αμπέλι.

Ο ποιητής όταν το παρακαλέσαμε να μας γράψει κάτι για τη Γουμένισσα της εποχής που έμεινε σ' αυτήν, με πολλή ευχαρίστηση μας απάντησε:
«...Εσωκλείστως λαβαίνετε λίγα λόγια μου αναμνηστικά για να προστεθούν στο υλικό που συγκεντρώνετε για τον τύπο σας. Είναι η εικόνα που ζωγράφιζαν τα μάτια του νεαρού λοχία των Ευζώνων, που ήμουν τότε, και της προσφιλούς ανάμνησης που φύλαξε η καρδιά ενός παντοτινού φίλου, που είμαι τώρα...».
«Μέσα στην κόλαση του Α Παγκοσμίου Πολέμου βρέθηκα - στρατιώτης - (λοχίας των Ευζώνων) σε μιαν αδόκητη, ωραία όαση. Τόσον ωραία ωστε να καλύπτει με την φυσική της ομορφιά και την ευγενική καλοσύνη των ανθρώπων της όλη σχεδόν την φρικαλεότητα του πολέμου. Τα βουνά της, οι λόφοι της, ο κάμπος της, οι αμπελώνες της έδιναν μια παρηγοριά στην ψυχή, ένα θάρρεμα στην καρδιά. Βρέθηκα στη Γουμένισσα.
Ήμουν γραφεύς στο Επιτελείο του Β Σώματος Στρατού κι ετσι είχα μια σχετικήν ελευθερία κινήσεων.
Αλησμόνητοι μου είναι οι περίπατοί μου στις εξοχές της και η φιλοξενία μου στ' αρχοντικά της σπίτια, οπως της οικογένειας Σαμαρά και άλλα. Γενικά η μορφή της κοινωνικής ζωής, παρ' όλα τα δεινοπαθήματα που είχαν περάσει οι κάτοικοι στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, είχε διατηρήσει στο βάθος της ισχυρόν παλμό ζωντάνιας και αισθητήν έκφραση χαράς. Η παρουσία του Β Σώματος Στρατού, με τα συχνά παιανίσματα της μουσικής μπάντας, προσέδιδε μια καθησυχαστικήν ενατένιση για το μέλλον του πάσχοντος ανθρώπου. Αλλά, δεν το κρύβω, σε μένα εσωτερικότερη χαρά έδινεν η περιπλάνηση μου στις εξοχές, οπου ανθούσαν το φθινόπωρο ωραία κυκλάμινα κι ακόμα πιο ωραίες ανεμώνες τον χειμώνα. Έκανα με τ' αγριολούλουδα αυτά κομψά μπουκέτα - μα, σε ποιόν να τα προσφέρω; Α, οχι! Θυμάμαι καλά ότι τα πρόσφερα, πολλές φορές, στον Συνταγματάρχη Αρχηγό του Πυροβολικού Κο Βάρθη, που κι αυτός, καθ' ο Κερκυραίος, ρομαντικός σαν κ' εμένα, έκανε συχνά, καβάλλα στο άλογο του, μοναχικούς περιπάτους στον κάμπο.
Τον σταματούσα και του έλεγα με σεβασμό: Κύριε Συνταγματάρχα, εσείς είσθε έφιππος. Δεν μπορείτε να κόψετε λίγα αγριολούλουδα, που ασφαλώς θα σας αρέσουν, για το δωμάτιο σας. Επιτρέψτε μου να σας προσφέρω λίγα απ' τη δική μου συγκομιδή. Και του τα πρόσφερα. Τα δεχότανε με ευγενή προσήνεια, ευχαριστώντας θερμά με την χαρακτηριστική κερκυραϊκή προφορά του. Κ' εγω έμενα ικανοποιημένος που η θυσία των λουλουδιών που είχαν κοπεί δεν πήγαινε χαμένη...
Πολλές φορές ανέβαινα στο βουνό, δασωμένο με δρυς (Κρίβα, αν θυμούμαι καλά, ήταν τ' όνομα του). Εύρισκα εκει έναν απομονωμένο, ωσάν στοιχειωμένον, υδρόμυλο. Είχε ένα μεστόν πείρας και σοφίας γέρο - μυλωνά, με τον οποίο πολύ ευχαριστιόμουν να συνομιλώ. Ώρα πολύ να ξανάκούω το μυθιστόρημα της περασμένης του ζωής. Πολλές φορές, που τύχαινε να είναι γι' άλεσμα και χωρικοί και χωρικές, πού περιμέναμε σειρά με υπομονή, έφτανα στην καρδιά της φτώχειας τους, μιας βασανισμένης από τον Μακεδονικόν Αγώνα και τώρα από τον Πόλεμο πολύπαθης φτώχειας.
Μα το προσκύνημα μου το πιο ιερό, που φρόντιζα να μην ξεχνώ, ήταν το Μνημείο του αγαπητού μου συμπολίτη Γιάννη Πίτσουλα, που ο πατριωτισμός του τον οδήγησε, πολεμιστή, στην Μακεδονία, όπου και άφησε την τελευταία πνοή, θύμα της Βουλγαρικής θηριωδίας. Νομίζω ότι ήταν δάσκαλος σ' ένα γειτονικό χωριό. Κ' είχα την ευτυχία αργότερα, σαν Υπουργός Παιδείας, ν' αποκαλύψω εγώ ο ίδιος την προτομή του, που στήθηκε εκεί.
Πώς μπορώ να λησμονήσω την αγαπητή Γουμένισσα, που τόσο βαθιές και ανεξίτηλες συγκινήσεις μου είχε χαρίσει; Εύχομαι να είναι πάντα ευτυχισμένη και χαρούμενη.
Χαίρω γιατί μου δόθηκε η ευκαιρία να αναπολήσω με πολλήν ευλάβεια τις αλησμόνητες ημέρες μου της Γουμένισσας, στην οποία εύχομαι ν' ανθεί, να καρποφορεί και να ακμάζει από κάθε άποψη».

 Γεώργιος Αθάνας


Στοιχεία της σελίδας από το βιβλίο
«Η Γουμένισσα στη ζωή και το έργο λογοτεχνών μας»
του Χρήστου Π. Ίντου